Των Κωνσταντίνου Ζοπουνίδη & Ελπίδας Τσιτσιρίδη*
Ο θεσμός των Συνεταιριστικών Τραπεζών, ο οποίος εισάγεται στην Ελλάδα το 1994 με βάση το νομοθετικό πλαίσιο που δημιουργήθηκε το 1992 και στηρίχθηκε στο Νόμο περί Αστικών Συνεταιρισμών, έχει πλέον τη δική του θέση στην ελληνική τραπεζική αγορά, και κατ’ επέκταση στα γενικότερα οικονομικά δρώμενα της χώρας.
Τα πιστωτικά αυτά ιδρύματα ειδικού τύπου ανήκουν σε έναν κλάδο δυναμικό και κερδοφόρο, ο οποίος ενώ υπάρχει σε ένα περιβάλλον ιδιαίτερα ανταγωνιστικό, βασίζεται στις σύγχρονες αρχές του συνεργατισμού που έχουν ένα πολύ βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα: απευθύνονται κυρίως σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις και φυσικά πρόσωπα με προϊόντα προσαρμοσμένα στις εκάστοτε τοπικές συνθήκες και ανάγκες.
Συνδυάζοντας τη στρατηγική για αύξηση του μεγέθους τους, για εξεύρεση κεφαλαίων, για διεύρυνση του δικτύου τους και για αύξηση του μεριδίου αγοράς τους με τον πελατοκεντρικό χαρακτήρα, την ευελιξία και την αποκεντρωμένη λειτουργία καταφέρνουν να προωθούν σημαντικά τόσο τη δική τους, όσο και την τοπική ανάπτυξη. Ακόμη μεγαλύτερη ώθηση στα αυξανόμενα οικονομικά μεγέθη και στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και ανταγωνιστικότητας των Συνεταιριστικών Τραπεζών αναμένεται να δώσει η απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος, με την οποία επιτρέπεται από τώρα και στο εξής η πραγματοποίηση συναλλαγών και με μη μέλη αυτών, μετά από έγκριση και κάτω από ειδικούς όρους μέχρι ποσού μικρότερου του 50% των χορηγήσεων ή καταθέσεών τους.
Σήμερα λειτουργούν 16 στο σύνολο Συνεταιριστικές Τράπεζες, από τις οποίες 14 ασκούν τη δραστηριότητά τους σε επίπεδο Νομού, ενώ 2 έχουν άδεια λειτουργίας σε επίπεδο Επικράτειας. Είναι σημαντικό ακόμη να σημειωθεί εδώ ότι από τις 14 αυτές Συνεταιριστικές Τράπεζες, 2 ακόμη πληρούν τις προϋποθέσεις λειτουργίας σε επίπεδο Επικράτειας και άλλες 2 σε επίπεδο όμορων Νομών. Παράλληλα με τις 16 Συνεταιριστικές Τράπεζες λειτουργούν και 16 Πιστωτικοί Συνεταιρισμοί, οι οποίοι, εκτός των προσπαθειών τους για μετεξέλιξη σε Συνεταιριστικές Τράπεζες δραστηριοποιούνται σε επίπεδο χορήγησης δανείων ή άλλων οικονομικών διευκολύνσεων στα μέλη τους.
Από τη μια πλευρά με την ίδρυση της Πανελλήνιας Τράπεζας, η οποία παράλληλα με τις καθιερωμένες τραπεζικές της δραστηριότητες παρέχει στα μέλη της (15 Συνεταιριστικές Τράπεζες και 13 Πιστωτικοί Συνεταιρισμοί της χώρας) υποστήριξη, τεχνογνωσία και υπηρεσίες που λόγω μεγέθους και κόστους δεν μπορεί από μόνη της η κάθε τράπεζα να αναπτύξει και από την άλλη με την ίδρυση της Ενωσης Συνεταιριστικών Τραπεζών Ελλάδος (ΕΣΤΕ), η οποία αποτελεί το όργανο εκπροσώπησης, υποστήριξης και ανάπτυξης της συνεταιριστικής πίστης στη χώρα μας, οι Συνεταιριστικές Τράπεζες αποκτούν τα πλεονεκτήματα ενός μεγάλου τραπεζικού ομίλου και αποτελούν μια ανερχόμενη τραπεζική δύναμη.
Από την ίδρυσή της έως και σήμερα η κάθε μια, αλλά και στο σύνολό τους οι ελληνικές Συνεταιριστικές Τράπεζες -σύμφωνα με τις αναλύσεις των οικονομικών τους μεγεθών- είναι φανερό ότι σημειώνουν πορεία με αξιόλογη άνοδο παρόλο το εντεινόμενο ανταγωνιστικό κλίμα που επικρατεί. Αυτό βέβαια δε συνέβη με τον ίδιο τρόπο και στον ίδιο χρόνο για όλες, κάτι που οφείλεται σε διάφορους λόγους που σχετίζονται κυρίως με την περιοχή στην οποία δραστηριοποιούνται και με την περίοδο κατά την οποία ξεκίνησαν να λειτουργούν.
Ρίχνοντας μια ματιά στα βασικά οικονομικά μεγέθη του κλάδου για την τελευταία πενταετία, όπως φαίνεται και στο διάγραμμα, διαπιστώνεται ότι τα μεγέθη αυτά ακολουθούν μια σαφή ανοδική πορεία, η οποία οφείλεται στη δυναμική δραστηριοποίηση των Συνεταιριστικών Τραπεζών στο χώρο τους καθώς και στην εν δυνάμει αύξηση του μεριδίου αγοράς τους. Ειδικότερα από το 2002 έως το 2006, το ενεργητικό τυγχάνει μιας μέσης ποσοστιαίας αύξησης της τάξης του 29,1%, οι χορηγήσεις με τη σειρά τους αυξάνονται κατά 28,1% και οι καταθέσεις 33,1%, ενώ τα ίδια κεφάλαια αυξάνονται σε ποσοστό 12,9% και τα κέρδη προ φόρων κατά 24,4%.
Επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον μας στην τελευταία διετία και μέσα στο πλαίσιο περιοδικής μελέτης του Εργαστηρίου Συστημάτων Χρηματοοικονομικής Διοίκησης του Πολυτεχνείου Κρήτης, εισάγουμε 11 χρηματοοικονομικούς δείκτες, οι οποίοι καταγράφονται στον Πίνακα 1, που αποτελούν τα κριτήρια αξιολόγησης των Συνεταιριστικών Τραπεζών διευκολύνοντας την ανάλυση και την εξαγωγή πιο ουσιαστικών συμπερασμάτων για την επίδοση του κλάδου που εξετάζεται εδώ. Τα κριτήρια αυτά αναλύθηκαν μέσω της πολυκριτήριας μεθόδου PROMETHEE (βλ. Ζοπουνίδης, 2001, «Ανάλυση Χρηματοοικονομικών Αποφάσεων με Πολλαπλά Κριτήρια», Εκδόσεις Ανίκουλα, Θεσσαλονίκη), η οποία δίνει τη δυνατότητα σύνθεσης πολλαπλών κριτηρίων για την εξαγωγή μιας συνολικής αξιολόγησης-κατάταξης των Συνεταιριστικών Τραπεζών.
Πίνακας 1 | |
1 | ΚΕΡΔΗ ΠΡΟ ΦΟΡΩΝ/ΙΔΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ |
2 | ΚΕΡΔΗ ΠΡΟ ΦΟΡΩΝ/ΣΥΝΟΛΟ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ |
3 | ΧΟΡΗΓΗΣΕΙΣ/ΣΥΝΟΛΟ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ |
4 | ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ/ΣΥΝΟΛΟ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ |
5 | ΚΕΡΔΗ ΠΡΟ ΦΟΡΩΝ/ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ |
6 | ΧΟΡΗΓΗΣΕΙΣ/ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ |
7 | ΙΔΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ/ΧΟΡΗΓΗΣΕΙΣ |
8 | ΙΔΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ/ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ |
9 | ΚΕΡΔΗ ΠΡΟ ΦΟΡΩΝ/ΧΟΡΗΓΗΣΕΙΣ |
10 | ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΣ ΠΛΗΘΟΣ ΜΕΛΩΝ |
11 | ΙΔΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ/ΣΥΝΟΛΟ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ |
Οι παρακάτω πίνακες (πίνακας 2 και πίνακας 3) παρουσιάζουν τα αποτελέσματα της μεθόδου PROMETHEE για τις πέντε πρώτες και πέντε τελευταίες συνεταιριστικές τράπεζες, τα οποία προέκυψαν μετά την εξέταση 500 σεναρίων σχετικά με τη βαρύτητα των 11 δεικτών-κριτηρίων αξιολόγησης.
Πίνακας 2 | ||
1 | 3,3574 | ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ |
2 | 1,8116 | ΤΡΙΚΑΛΩΝ |
3 | 1,7482 | ΠΙΕΡΙΑΣ |
4 | 1,1585 | ΑΧΑΙΚΗ |
5 | 1,0921 | ΠΑΓΚΡΗΤΙΑ |
Πίνακας 3 | ||
12 | -1,1092 | ΕΒΡΟΥ |
13 | -1,2639 | ΔΡΑΜΑΣ |
14 | -1,4789 | ΛΕΣΒΟΥ |
15 | -1,6421 | ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ |
16 | -1,8828 | ΣΕΡΡΩΝ |
Στην πρώτη θέση της κατάταξης βρίσκεται η Συνεταιριστική Τράπεζα Καρδίτσας, η οποία και σημειώνει την καλύτερη επίδοση στους δείκτες Κέρδη προ Φόρων/Σύνολο Ενεργητικού (ROA, δείκτης μέτρησης αποδοτικότητας των συνολικών κεφαλαίων), Κέρδη προ Φόρων/Προσωπικό, Ιδια Κεφάλαια/Χορηγήσεις και Κέρδη προ Φόρων/Χορηγήσεις. Τη δεύτερη θέση στην κατάταξη κατέχει η Συνεταιριστική Τρικάλων, ενώ ακολουθεί στην τρίτη θέση η Συνεταιριστική Τράπεζα Πιερίας. Στην τέταρτη και πέμπτη θέση βρίσκονται η Αχαϊκή Πίστη και η Παγκρήτια Συνεταιριστική Τράπεζα, από τις οποίες η δεύτερη σημειώνει τις καλύτερες επιδόσεις σε 2 δείκτες, στο δείκτη αποδοτικότητας Κέρδη προ Φόρων/Ιδια Κεφάλαια και Καταθέσεις/Σύνολο Ενεργητικού, ενώ έχει το μεγαλύτερο αριθμό καταστημάτων.
Στις τρεις τελευταίες θέσεις η πολυκριτήρια μέθοδος PROMETHEE, μετά από συνδυασμό όλων των κριτηρίων, κατατάσσει την Συνεταιριστική Λέσβου, τη Συνεταιριστική Ιωαννίνων και τη Συνεταιριστική Σερρών αντίστοιχα, χωρίς αυτό να είναι ένδειξη κακής και επιζήμιας λειτουργίας αυτών.
Πέρα από αυτή την ανά τράπεζα ανάλυση, μια γενική ανασκόπηση του κλάδου για το 2006 θα δώσει μια συνολική εικόνα για την πορεία αυτού σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα. Ξεκινώντας από το ενεργητικό φαίνεται ότι σε σχέση με το προηγούμενο έτος σημειώθηκε μια αύξηση της τάξης του 25,75% φθάνοντας τα 2.567.524 ευρώ στο τέλος του 2006. Οι χορηγήσεις το 2006 έφθασαν τα 1.934.570 ευρώ σε σχέση με τα 1.598.265 ευρώ που ήταν το 2005, αυξήθηκαν δηλαδή κατά 21,04%. Οι καταθέσεις αυξήθηκαν κατά 27,25% φθάνοντας τα 2.134.226 ευρώ, τα ίδια κεφάλαια ανεβαίνοντας στα 347.355 ευρώ αυξήθηκαν κατά 21,71%, ενώ τα κέρδη προ φόρων από 35.855 ευρώ την προηγούμενη χρόνια έφθασαν στα 43.306 ευρώ το 2006 έχοντας αυξηθεί κατά 20,78%. Σημαντική άνοδο, όμως, έχουν σημειώσει και τα υπόλοιπα μεγέθη, μεταξύ των οποίων τα μέλη, το προσωπικό, τα καταστήματα, το συνεταιριστικό κεφάλαιο.
Η ανοδική αυτή πορεία των Συνεταιριστικών Τραπεζών και η αυξητική τάση των οικονομικών μεγεθών τους αποτελεί μια ασφαλιστική δικλείδα της ανάπτυξης των τοπικών κοινωνιών και της μετάβασης προς μια νέα εποχή αναβάθμισης και αναγέννησης. Οι Συνεταιριστικές Τράπεζες, που σε παγκόσμιο επίπεδο καταλαμβάνουν σημαντικά μερίδια αγοράς, στην Ελλάδα κάνουν σημαντικά βήματα και κινήσεις στρατηγικές, όπως πχ. η συνεργασία της Πανελλήνιας Τράπεζας με την Κεντρική Συνεταιριστική Τράπεζα της Γερμανίας DZ Bank, καθώς και προσπάθειες για να ανοιχθούν κανάλια επικοινωνίας και συνεργασίας με το εξωτερικό, επιδίωξη η οποία θα δώσει στις Συνεταιριστικές Τράπεζες ένα πολυεπίπεδο χαρακτήρα που θα αποτελέσει την ασπίδα τους απέναντι στον εντεινόμενο ανταγωνισμό της εποχής μας.
*Ο κ. Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης είναι διευθυντής Εργαστηρίου Συστημάτων Χρηματοοικονομικής Διοίκησης του Πολυτεχνείου Κρήτης.
Η κα. Ελπίδα Τσιτσιρίδη είναι μεταπτυχιακή φοιτήτρια και μέλος του Εργαστηρίου Συστημάτων Χρηματοοικονομικής Διοίκησης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου