Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1980 ο όρος κοινωνική οικονομία είτε αφορούσε σχεδόν αποκλειστικά τους γνωστούς σε όλους συνεταιρισμούς είτε χρησιμοποιείτο αφηρημένα για να περιγράψει μια οικονομία με πιο ανθρώπινο και πιο κοινωνικό χαρακτήρα. Σε επίσημα κείμενα εμφανίζεται για πρώτη φορά στη Γαλλία, στις αρχές της δεκαετίας του ‘80 και χρησιμοποιήθηκε από τους σοσιαλιστές για πολιτικούς και ιδεολογικούς σκοπούς. Στα επόμενα χρόνια, αρχίζουν σταδιακά, μέσα από την ίδια την κοινωνία και τις δράσεις χιλιάδων οργανώσεων, να προκύπτουν λύσεις – απάντηση στις ατέλειες του πολιτικού και οικονομικού συστήματος,
αλλά και των κενών της δημοκρατίας και να πηγάζουν πρωτοβουλίες που υποκαθιστούν τη κοινωνική λειτουργία του κράτους, με συνέπεια την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής. Το 1989 ο όρος κοινωνική οικονομία αναφέρεται πλέον σ’ ένα ευρύτερο πεδίο επίσημων ή άτυπων οργανώσεων όπως σωματεία, συνεταιρισμούς, μη κυβερνητικές οργανώσεις, ταμεία αλληλασφάλισης κλπ κι ιδρύεται η μονάδα Κοινωνικής Οικονομίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Ο ξεχασμένος τομέας
Η κοινωνία των πολιτών είναι η σφαίρα δράσης που βρίσκεται ανάμεσα στην αγορά και την κυβέρνηση. Συντίθεται από όλες τις δραστηριότητες που συγκροτούν την πολιτική ζωή των ατόμων και των κοινοτήτων τους. Η κοινωνία των πολιτών συμπεριλαμβάνει τους θρησκευτικούς θεσμούς, τις τέχνες, την εκπαίδευση, την ιατρική μέριμνα, τον αθλητισμό, τη συλλογική αναψυχή και την ψυχαγωγία, την κοινωνική και περιβαλλοντική δραστηριότητα, τις σχέσεις γειτονίας και άλλες δραστηριότητες των οποίων η λειτουργία είναι να δημιουργούν κοινοτικούς δεσμούς και κοινωνική συνοχή. Η κοινωνία των πολιτών είναι ο τόπος συνάντησης για την αναπαραγωγή της κουλτούρας σε όλες της τις μορφές. Είναι ο τόπος όπου οι άνθρωποι συμμετέχουν στο «βαθύ παιχνίδι» της δημιουργίας του κοινωνικού κεφαλαίου και κατασκευάζουν κώδικες και κανόνες συμπεριφοράς. Η κουλτούρα βρίσκεται εκεί όπου βασιλεύουν οι εγγενείς αξίες. Η κοινωνία των πολιτών είναι το φόρουμ όπου εκφράζεται η κουλτούρα και είναι ο αρχέγονος τομέας της ανθρώπινης ζωής.
Παρά τη σημασία που έχει η κοινωνία των πολιτών για την κοινωνική ζωή, αυτή η σφαίρα δραστηριότητας, στη μοντέρνα εποχή, περιθωριοποιήθηκε από τις δυνάμεις της αγοράς και την κυβέρνηση του έθνους-κράτους. Οικονομολόγοι και ηγέτες επιχειρήσεων, ιδιαίτερα, έφτασαν να βλέπουν την αγορά ως πρώτο τη τάξει θεσμό στις ανθρώπινες υποθέσεις. Οι θεωρητικοί του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού εξίσου υποστηρίζουν ότι η ανθρώπινη συμπεριφορά είναι, στον πυρήνα της, υλιστική και ωφελιμιστική και ότι οι ηθικές αξίες και οι πολιτισμικοί κανόνες μιας κοινωνίας αποτελούν παράγωγα του οικονομικού της προσανατολισμού – ή όπως το λέει η Μαντόνα «Ζούμε στον κόσμο της ύλης και εγώ είμαι ένα κορίτσι φτιαγμένο από ύλη».Jeremy Rifkin
Η Διεθνής Εμπειρία
Υπολογίζεται ότι η Κοινωνική Οικονομία στην Ε.Ε. αντιπροσωπεύει το 8% των επιχειρήσεων, απασχολώντας περίπου 9 εκατομμύρια εργαζομένους, αντιπροσωπεύοντας το 7.9% της συνολικής απασχόλησης. Την ίδια στιγμή, στην Ελλάδα και την Πορτογαλία οι κοινωνικές επιχειρήσεις καλύπτουν μόλις το 1% με 2,5% της συνολικής απασχόλησης ενώ αντίθετα σε χώρες, όπως η Δανία, η Γαλλία κι η Ολλανδία το αντίστοιχο ποσοστό ανέρχεται στο 12,5% , 14,3% και 15%. Ήδη από το 1994, στο 10ο κεφάλαιο της Λευκής Βίβλου που έχει συντάξει η Ε.Ε. για την «Ανάπτυξη, την Ανταγωνιστικότητα και την Απασχόληση» καταφαίνεται ο ρόλος που μπορεί να διαδραματίσει η κοινωνική οικονομία στην προώθηση της βελτίωσης της ποιότητας της ζωής των πολιτών.
Σε κάθε ανθρώπινη κοινωνία υπάρχουν έθιμα, πρότυπα συμπεριφοράς αλλά και δίκτυα αξιών που προσδιορίζουν τον τρόπο με τον οποίο ζούμε, σκεφτόμαστε, αποφασίζουμε, δρούμε, και λύνουμε τα προβλήματα της καθημερινότητάς μας, εξασφαλίζοντας τροφή, ένδυση, στέγη κι όσα άλλα αγαθά κι υπηρεσίες χρειαζόμαστε. Όμως, είτε μας αρέσει είτε όχι, τελικά τα πάντα, αποτιμώνται σε χρήμα με αποτέλεσμα να αποτελούν, χωρίς εξαιρέσεις, αντικείμενα οικονομικών συνδιαλλαγών και να γίνονται σχεδόν απαγορευμένα για ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού που δεν έχει το χρήμα για να τα αγοράσει, αφού το χρήμα, ως μέσο συναλλαγής, ολοένα κι εξαφανίζεται από τα χέρια των παραγωγικών τάξεων και μαζεύεται στα χέρια λίγων που το σωρεύουν και εκμεταλλεύονται τους τόκους, χωρίς φυσικά να το επιστρέφουν πίσω στην αγορά μέσα από την κατανάλωση, αφού όσα κι αν ξοδέψουν, αυτά που μένουν αποταμιευμένα είναι πάντα πολύ, μα πολύ περισσότερα. Σήμερα, το πλουσιότερο 20% του πληθυσμού της γης, μοιράζεται το 86% του παγκόσμιου ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (Α.Ε.Π.) -κι αν αυτό δεν γίνεται αντιληπτό σαν έννοια- αναλογιστείτε ότι μόνον ο Μπιλ Γκέιτς έχει περιουσία, μεγαλύτερη από το ακαθάριστο εθνικό προϊόν της Πορτογαλίας! Ο οικονομολόγος Silvio Gesell (Σύλβιο Γκέσελ) στο βιβλίο του «Φυσική Τάξη» υποστηρίζει ότι όταν το χρήμα δεν κυκλοφορεί αλλά αποθησαυρίζεται η οικονομία παραπαίει. Ενώ αντίθετα, όταν όσο το δυνατόν περισσότεροι άνθρωποι, έχουν στα χέρια τους για να καταναλώσουν όσο το δυνατόν περισσότερο χρήμα, η Οικονομία -και κατά συνέπεια η κοινωνία- έχουν υγιή ανάπτυξη κι ευημερία.
Η δραστική μείωση του διαχειριστικού κόστους είναι ο άσσος στο μανίκι των Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών. Η συνειδητοποιημένη κι υπεύθυνη εθελοντική προσφορά, η διευρυμένη συμμετοχή της κοινωνίας στη λήψη αποφάσεων και τη διαμόρφωση δράσεων, η άμεση αλληλεπίδραση με τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους – αποδέκτες των προσφερομένων υπηρεσιών, ο κοινωνικός έλεγχος της εργασίας που γίνεται πολύ αποδοτικότερη, καθώς ο υπάλληλος/εργαζόμενος λογοδοτεί άμεσα στην τοπική κοινωνία αποτελούν τα δυνατά σημεία της κοινωνικής οικονομίας γενικά και των Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών ειδικότερα. Έτσι η κοινωνική προσφορά μετατρέπεται σε βιώσιμη οικονομική δράση μέσω της οποίας δημιουργούνται θέσεις εργασίας και διευκολύνεται η κίνηση του χρήματος στην τοπική αγορά και κοινωνία.
Η εξέλιξη της Κοινωνικής Οικονομίας ;
Η κοινωνική αλληλέγγυα οικονομία δεν γεννήθηκε πρόσφατα επειδή τώρα συζητείτε αυτός ο όρος. Υπήρχε με τη μορφή της αχρήματης οικονομίας και συναλλαγών στις παραδοσιακές κοινωνίες . Υπήρχε με τη μορφή της φιλανθρωπίας και του εθελοντισμού. Στις σύγχρονες όμως οικονομίες συνδέεται με την κοινωνική επιχειρηματικότητα και την δημιουργία θέσεων απασχόλησης.
Στις παραδοσιακές αγροτικές οικονομίες υπήρχε πάντα μια άτυπη μορφή ανταλλαγών σε είδος, εργασία και μέσα παραγωγής, που διευκόλυνε τους χωρικούς στις ανταλλαγές τους που είχαν αντικειμενικά πολύ περιορισμένα χρήματα. Αντάλλαζαν, έτσι, όχι μόνο προϊόντα, αλλά και χρόνο εργασίας μεταξύ τους. Προσέφεραν εθελοντική εργασία για κοινά έργα για τα οποία δε γινόταν βέβαια καμιά καταγραφή. Μόνο στα μοναστήρια υπήρχε μια μορφή πολλές φορές οργάνωσης της κοινωνικής προσφοράς και φιλανθρωπίας, όπως συνεχίζει σήμερα με το παράδειγμα της η Μητρόπολη της Ηλείας π.χ γηροκομεία, ορφανοτροφεία και περίθαλψη των φτωχών.
Σήμερα όμως, υπάρχει η θεσμική κοινωνική οικονομία της αλληλεγγύης μέσω των κοινωνικών επιχειρήσεων του μη κερδοσκοπικού τομέα που δημιουργεί διαρκή απασχόληση και εισοδήματα για τους εργαζομένους ή τους συναιτεριζόμενους και αυτό το ονομάζουμε κοινωνική επιχειρηματικότητα. Ο καθηγητής κ Βλιάμος που εισήγαγε το θέμα αυτό στο πανεπιστήμιο της Αθήνας, θα είναι εισηγητής αργότερα σε αυτό το συνέδριο και πιστεύω θα μας διαφωτίσει περισσότερο. Αυτό που θα ήθελα εγώ να επισημάνω είναι ότι πρόκειται για ένα αναγνωρισμένο κλάδο σε ευρωπαϊκό επίπεδο με χρηματοδοτικά εργαλεία όπως το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και άλλεςκοινοτικές πρωτοβουλίες για την δια βίου μάθσητην απασχόλησητον πολιτισμό και το περιβάλλον.. Στην Αγγλία υπάρχει Υφυπουργείο κοινωνικής οικονομίας. Στη Γερμανία στο σύνολο της οικονομίας υπάρχει και η διάσταση της κοινωνικής οικονομίας της αγοράς όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται.
Έτσι ως κοινωνική οικονομία αναγνωρίζεται η αλληλέγγυα οικονομία, που είναι ένας άλλος χώρος οικονομικής δραστηριότητας, πέρα από την ανταγωνιστική οικονομία και μπορεί να λειτουργήσει συμπληρωματικά για το εισόδημα και την απασχόληση / για την αντιμετώπιση της ανεργίας και της δυσπραγίας και της φτώχειας.
Αν θέλουμε να αναφερθούμε σε άλλα χαρακτηριστικά κοινωνική οικονομία είναι πολλαπλασιαστής της κοινωνικής υπευθυνότητας, απέναντι στον κοινωνικό και οικονομικό αποκλεισμό και την υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Πολλαπλασιάζει τους πόρους για την αντιμετώπιση του κοινωνικού αποκλεισμού. Λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής, και ως ταμιευτήρας της αλληλεγγύης και των πόρων που προέρχονται από τους πολίτες και τις επιχειρήσεις, για να γίνουν επενδύσεις σε τομείς που είναι κοινωνικά αναγκαίοι. Σε τομείς που δεν προσφέρουν ισχυρό κίνητρο κέρδους για να προσελκύσουν ιδιωτικές επενδύσεις, αλλά σε πραγματιστική βάση προσφέρουν εισοδήματα στους κοινωνικά αδύναμους.
Ένα άλλο πλεονέκτημα της κοινωνικής οικονομίας είναι ότι στηρίζεται στην αλληλεγγύη των κοινωνικών δικτύων.
Τα κοινωνικά δίκτυα έχουν αποστολή τις καλες πρακτικές. Μειώνουν το κόστος συναλλαγών. Λειτουργούν ως ταμιευτήρες κοινωνικού κεφαλαίου. Λειτουργούν υπέρ της κοινωνικοποίησης της γνώσης τεχνογνωσίας. και δρουν τελικά ως προπομπός της κοινωνικής και πράσινης επιχειρηματικότητας. Συμβάλλουν στον εκδημοκρατισμό της πληροφορίας και της ενέργειας. Κατευθύνουν τις επενδύσεις προς την περιφέρεια και τους κοινωνικά αναγκαίους σκοπούς. Συγκροτούν Κοινωνικό Κεφάλαιο σε τοπικό και εθνικό επίπεδο.
Αναδεικνύουν νέους κοινωνικούς πόρους συλλογικής ευφυΐας προς όφελος της οικονομικής βιωσιμότητας των συστημάτων.
Ένα παράδειγμα είναι οι κοινότητες ανοικτού λογισμικού που προσφέρουν δωρεάν γνώση και εργαλεία γνώσης και διάχυσης πληροφορίας, προκαλώντας στο τομέα αυτό μια επανάσταση στην κοινωνικοποίηση της γνώσης.
Τα πλεονεκτήματα της κοινωνικής οικονομίας, πηγάζουν από τον εθελοντισμό, την κοινωνική πρωτοβουλία και τις καινοτομίες που εισάγει στο σύστημα και το εμπλουτίζει προς όφελος των πολλών.
Η κοινωνική οικονομία επομένως έχει το ηθικό πλεονέκτημα γιατί, επενδύει σε αγαθά και υπηρεσίες κοινωνικής αλληλεγγύης, επενδύει στον άνθρωπο και το περιβάλλον, σε τομείς που μπορούν να παραχθούν αγαθά και υπηρεσίες ακόμη και όταν απουσιάζει το κέρδος αλλά είναι αναγκαίοι για τη βιωσιμότητα του συνόλου της οικονομίας.
Αντλεί πόρους για επενδύσεις από δωρεές, χορηγίες και την εταιρική υπευθυνότητα. Βασίζεται στην κοινωνική υπευθυνότητα του πολίτη αλλά και των επιχειρήσεων.
Υπάρχουν πολλά παραδείγματα σήμερα από ιδρύματα (foundations) που λειτουργούν ως εκπαιδευτικά ιδρύματα, νοσοκομεία και αναλαμβάνουν μεγάλες ανθρωπιστικές αποστολές, αλλά και χιλιάδες μικρές συλλογικότητες που προσφέρουν υπηρεσίες με πολύ μικρό κόστος συνδυάζοντας τον εθελοντισμό με την λειτουργία μη κερδοσκοπικών εταιριών.
Η κοινωνική οικονομία προτάσσει την αειφορική διάσταση της εππιχειρηματικότητας κυρίως για την βιωσιμότητα των αστικών κέντρων. Συμβάλει στην οικοδόμηση νέων σχέσεων εμπιστοσύνης μεταξύ των κοινωνικών εταίρων προκειμένου να αναλάβουν επενδυτικές πρωτοβουλίες. Με όλα αυτά τα πλεονεκτήματα μπορεί να θέσει σε κίνηση παραγωγικές διαδικασίες σε εποχές που ο κερδοσκοπικός τομέας και το κράτος βρίσκονται σε ακινησία, ιδιαίτερα εκεί που πρέπει να αντιμετωπιστεί η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισμός.
Η κοινωνική οικονομία δεν είναι μια επινόηση εκ των άνω της πολιτικής. Δεν είναι ιδεολόγημα παράγωγο μιας μεγάλης ιδεολογικής θεωρίας .Την συναντάμε μπροστά μας ως κατάσταση ανάγκης, κάθε μέρα σε διάφορες μορφές. Την συναντάμε σε πρωτοβουλίες για κοινωφελή έργα, αγαθά και υπηρεσίες. Την συναντάμε ως οργάνωση της αλληλεγγύης που καταλήγει σε κοινωνική επιχειρηματικότητα. Με στόχο την διαρκή της αποτελεσματικότητα. Στον πολιτισμό το περιβάλλον και την παιδεία. Τώρα, η οικονομική κρίση και η εξάπλωση της φτώχειας την καθιστά αναγκαία προϋπόθεση για ρεαλιστικές λύσεις.Έτσι συμβάλλει στην αντιμετώπιση της ανεργίας με την δημιουργία απασχόλησης, συμβάλλει στην αναδιανομή του εισοδήματος.Σε κάθε περίπτωση κινητήρια δύναμη της κοινωνικής οικονομίας αλλά και της πράσινης ανάπτυξης είναι οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών. Το κοινωνικό κεφάλαιο που προκύπτει από την οριζόντια συνεργασία και τα κοινωνικά δίκτυα.
Συνοπτικά τα πλεονεκτήματα της Κοινωνικής Οικονομίας είναι
Η κοινωνική οικονομία θέτει ένα ηθικό πρόταγμα το οποίο είναι συγκριτικό πλεονέκτημα για την ανάκτηση δυνάμεων και πρωτοβουλιών μέσα από την κοινωνία.
Βασίζεται στην κοινωνική υπευθυνότητα του πολίτη αλλά και των επιχειρήσεων.
Περιορίζει την σπατάλη των υλικών και αναδεικνύει νέες δυνατότητες.
Προτάσσει την αειφορική διάσταση κυρίως για την βιωσιμότητα των αστικών κέντρων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου