Μια καινοτόμος προσέγγιση για την αναζωογόνηση στις τοπικές κοινωνίες

του Βασίλη Τακτικού - Γιάννου Παπαiωάννου

Τα «καλά νέα» για την αντιμετώπιση της τοπικής απασχόλησης και την ανάπτυξη προϊόντων και υπηρεσιών ποιότητας έρχονται μέσα από το μοντέλο οικοανάπτυξης στο επίπεδο της τοπικής αυτοδιοίκησης με τη συμμετοχή συλλογικών οργανώσεων και πολιτών.

Υπάρχουν σημαντικά παραδείγματα και διεθνής εμπειρία που συνιστούν μια νέα δυναμική προσέγγιση. Ο σχετικός διάλογος μπορεί ν’ ανοίξει, έχοντας ως γενικότερη βάση την ευρωπαϊκή εμπειρία που εκεί μας δείχνει ότι η τοπική αυτοδιοίκηση και οι Μ.Κ.Ο. μπορούν να παίξουν καθοριστικό ρόλο στην κοινωνική οικονομία.

Οικοανάπτυξη σημαίνει πρώτα απ’ όλα ανάπτυξη ισορροπημένη με το φυσικό περιβάλλον και βελτίωση συνθηκών ζωής κοντά στον πολίτη, στο οικείο του περιβάλλον, στο χωριό του, στη γειτονιά του.

Βρίσκεται στον αντίποδα του γιγαντισμού των εκμεταλλεύσεων των φυσικών πόρων και της υπερφόρτωσης του δομημένου περιβάλλοντος των μεγαλουπόλεων.

Όπως ο οικοτουρισμός είναι για παράδειγμα στον αντίποδα του μαζικού τουρισμού και οι μικρές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στον αντίποδα των γιγαντιαίων εργοστασίων που εξαντλούν τα ενεργειακά αποθέματα.

Γνωρίζουμε όμως, ότι η στροφή προς τις ήπιες μορφές εκμετάλλευσης μπορεί να γίνει μόνον με την κινητοποίηση ανθρώπινων πόρων κτίζοντας γέφυρες εμπιστοσύνης και συνεργασίας μεταξύ πόλης και υπαίθρου για τη διεκδίκηση νέων μορφών απασχόλησης, αξιοποίησης ελεύθερου χρόνου και ποιότητας ζωής.

Μια τέτοια προσέγγιση είναι αποτελεσματική από τη στιγμή που η επιχειρηματικότητα και οι επενδυτικοί πόροι προσανατολίζονται προς την περιφέρεια. Η αναγκαιότητα ασφαλώς, δεν προκύπτει μόνον από τη γενικότερη ανάγκη προστασίας του περιβάλλοντος, της υγιεινής διατροφής και της ποιότητας ζωής, αλλά και από την ανάγκη ανάπτυξης της κοινωνικής οικονομίας στη χώρα μας με την πράσινη και πολιτιστική επιχειρηματικότητα.

Μόνον έτσι είναι εφικτός ο επαναπροσδιοσισμός.

Πρόκειται για δραστηριότητες που με αναπτυξιακές πρωτοβουλίες στον οικοτουρισμό, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, την οικιστική πολιτική, τα πάρκα φυσικής ανανέωσης και υγείας δημιουργούν προστιθέμενη αξία σε κάθε περιοχή. Για παράδειγμα η στροφή προς τον οικοτουρισμό και την απασχόληση στην ύπαιθρο δημιουργεί αύξηση των περιουσιακών αξιών γης στην περιφέρεια με την επανακατοίκηση της.

Έτσι είναι σαφές ότι η οικοανάπτυξη ως σχεδιασμός και μοντέλο είναι μια καινοτόμος πολιτική που ανοίγει νέους ορίζοντες για την τοπική αυτοδιοίκηση. Στη χώρα μας υπάρχουν ελάχιστα φωτεινά παραδείγματα ολοκληρωμένων σχεδίων που μπορούμε να παρουσιάσουμε σε τοπικό επίπεδο και στο χώρο της τοπικής Αυτοδιοίκησης. Ωστόσο είναι αναγκαίο αυτά που υφίστανται ν’ αναδειχθούν για να παραδειγματιστούν τουλάχιστον εκείνοι που αναζητούν ένα όραμα για τις τοπικές κοινωνίες.

Ελάχιστα είναι επίσης τα παραδείγματα τα οποία μπορούμε να κατατάξουμε στα ολοκληρωμένα σχέδια οικοαναπτυξιακής πολιτικής σε επίπεδο κράτους, μολονότι υπάρχει τεχνοκρατικός σχεδιασμός με ευρωπαϊκά και κρατικά προγράμματα ενισχύσεων προς αυτό το σκοπό.

Οι σχετικές μελέτες που υπάρχουν δε συνδυάζονται με την κινητοποίηση ανθρώπινων πόρων. Είναι εμφανές ότι η εφαρμοζόμενη περιφερειακή πολιτική βρίσκεται αρκετά πίσω, τόσο ως προς τον τεχνοκρατικό σχεδιασμό που υπάρχει στο επίπεδο των Βρυξελλών όσο και από τις πρωτοβουλίες που υπάρχουν στο επίπεδο των μη κυβερνητικών οργανώσεων με την παρατήρηση όμως ότι οι τελευταίες παρουσιάζουν ένα κατακερματισμό δράσεων και δε μπορούν να καλύψουν το έλλειμμα πολιτικής σ’ αυτό τον τομέα.

Στα κόμματα δεν έχει εισαχθεί ακόμη αυτός ο όρος της οικοανάπτυξης, τουλάχιστον ως θεματική πολιτική για την τοπική αυτοδιοίκηση. Και αυτό συμβαίνει σ’ αντίθεση με τον τεχνοκρατικό σχεδιασμό του κράτους, που σε κάθε περίπτωση είναι αποτέλεσμα κομματικής πολιτικής κατεύθυνσης. Αυτό το έλλειμμα πολιτικής στερεί το εγχείρημα της οικοανάπτυξης από τις προωθητικές δυνάμεις της κοινωνίας που μόνον η πολιτική μπορεί να ενεργοποιήσει.

Επομένως, τα κόμματα έχουν πρώτα να συνειδητοποιήσουν την αναγκαιότητα διαμόρφωσης πολιτικής για την οικοανάπτυξη και στη συνέχεια να μπορούν να προτείνουν και να προωθήσουν επιλογές στην τοπική αυτοδιοίκηση. Προς το παρόν υπάρχουν μόνον σκέψεις στα κόμματα και ενδεχομένως να προωθηθεί στο άμεσο μέλλον μια τέτοια αντίληψη,αφού η οικοανάπτυξη αποτελεί μοναδικό εργαλείο πολιτικής για την αναζοωγόνηση της υπαίθρου.

Αλλά από τους φορείς πολιτικής και τα κόμματα πρέπει ν’ αναζητηθεί και το πολιτικό υποκείμενο της οικοανάπτυξης, οι συλλογικότητες εκείνες που συνθέτουν την κοινωνία των πολιτών σε δίκτυα όπως οι οικολογικές οργανώσεις, το κίνημα των καταναλωτών, οι εθνικοτοπικοί σύλλογοι και εν γένει οι μη κυβερνητικές οργανώσεις.<.p>

Οραματιστές, τεχνοκράτες, επιχειρηματίες, εθελοντές και μη κυβερνητικές οργανώσεις, μέσα από ένα ολοκληρωμένο σχέδιο μπορούν να αποτελέσουν τη δυναμική σύνθεση των ανθρώπινων πόρων για να μπει η μικροπεριφέρεια στην τροχιά της οικοανάπτυξης.

Οι εθελοντικές οργανώσεις που σηματοδοτούν τις νέες τάσεις για ποιότητα ζωής και προστασία και ανάδειξη του περιβάλλοντος, μπορούν να δείξουν και τις νέες τάσεις προς την κοινωνική οικονομία για να κατευθύνουν τις επενδύσεις της επιχειρηματικότητας με αυξημένη κοινωνική ευθύνη. Απαραίτητος όρος όμως για να πετύχουν μια τέτοια κινητοποίηση είναι η δικτύωση και η οριζόντια επικοινωνία αυτών των οργανώσεων.

Από την άλλη πλευρά στο επίπεδο της τοπική αυτοδιοίκησης εάν μέσα στην οκταετία των Καποδιστριακών Δήμων της περιοχής που σε λίγους μήνες βέβαια εξαντλείται, είχε διατεθεί ένα ελάχιστο ποσοστό 5 έως 10% των κονδυλίων στην Τ.Α. για επενδύσεις οικοανάπτυξης στον οικοτουρισμό – αγροτουρισμό, η εικόνα στο ζήτημα της περιφερειακής ανάπτυξης και τοπικής απασχόλησης θα ήταν τελείως διαφορετική, προς το καλύτερο βέβαια για την αναζωογόνηση της τοπικής κοινωνίας.

Αρχική προϋπόθεση είναι η συνειδητοποίηση των αιρετών της τοπικής αυτοδιοίκησης για τις δυνατότητες της οικοανάπτυξης και η εφαρμογή σχεδίων σε τοπική κλίμακα.

Kινητοποίηση των ανθρώπινων πόρων.

Η επινόηση της ουσιαστικής πολιτικής για την οικοανάπτυξη βρίσκεται στην κινητοποίηση των ανθρώπινων πόρων και όχι απλά στη διαχείριση. Το ζήτημα της διαχείρισης είναι μια τεχνοκρατική υπόθεση που κρίνεται σε επίπεδο συμβουλευτικής.

Ουσιαστικά, η βιώσιμη οικοανάπτυξη και ο οικοτουρισμός είναι μια στρατηγική επιλογή επένδυσης που βασίζεται στην ανάδειξη του φυσικού περιβάλλοντος σε συνδυασμό με την κινητοποίηση των ανθρώπινων πόρων προκειμένου να αναληφθούν επενδυτικές πρωτοβουλίες για την αναγέννηση της υπαίθρου.

Αυτοί που πρέπει να αποφασίσουν για το μέλλον είναι οι ίδιες οι τοπικές κοινωνίες μέσα από διαδικασίες διαβούλευσης και πρέπει να δοθεί χώρος σε εκείνους που πιστεύουν στη συλλογική δημιουργία των εθελοντών και ενθαρρύνουν την εθελοντική κουλτούρα.

Με αυτή την έννοια πρέπει να δοθεί ζωτικός χώρος πολιτικής στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και στις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών πέρα από τα όρια του κράτους και της αγοράς. Ο χώρος όμως αυτός είναι διεκδικούμενος από τους παραπάνω φορείς, δεν προκύπτει ως παραχώρηση.

Η κινητοποίηση ανθρώπινων πόρων προϋποθέτει πριν από όλα τοπικό όραμα και σχεδιασμό. Οι οραματιστές είναι απαραίτητοι για να δώσουν νόημα και ενεργητικότητα στον πατριωτισμό της τοπικής κοινωνίας ώστε να την κινητοποιήσουν, και οι τεχνοκράτες στη συνέχεια είναι απαραίτητοι για τον σχεδιασμό , τις μελέτες και την οργανωτική κουλτούρα που χρειάζεται για να αναπτυχθεί με σχέδιο η τοπική οικονομία.

Αυτές οι δυο κατηγορίες υποκειμένων πηγαίνουν μαζί και ανοίγουν το δρόμο πριν έλθουν οι επιχειρηματίες να επενδύσουν σε τομείς που δεν έπαιρναν το ρίσκο από μόνοι τους χωρίς να υπάρχουν οι υλικές και ανθρώπινες υποδομές.

Οι επενδύσεις έρχονται συνήθως μετά, όταν υπάρχουν αυτές οι προϋποθέσεις και η κατάλληλη προβολή των συγκριτικών πλεονεκτημάτων μιας περιοχής για να λειτουργήσει ένας πόλος έλξης επενδύσεων.

Οι Δήμοι μπορούν ν’ αναδείξουν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της περιοχής τους μέσα από την εκπόνηση επιχειρηματικών σχεδίων. Υπάρχει πρόβλεψη και σχετικά κονδύλια. Σημαντικό ρόλο στην ανάδειξη και προώθηση μπορούν να παίξουν οι εθελοντές για το περιβάλλον και τον πολιτισμό στα πλαίσια των μη κυβερνητικών οργανώσεων, όπως ήδη κάνουν πολλές οργανώσεις αν και όχι τόσο συντονισμένα.

Έχει όμως διαπιστωθεί ότι στους λεγόμενους Καποδιστριακούς Δήμους δεν αρκούν μόνον οι διαθέσιμοι ανθρώπινοι πόροι της περιοχής για να αναλάβουν το αναπτυξιακό έργο, διότι είναι γνωστή η ερήμωση και απογύμνωση της υπαίθρου από τους νέους. Χρειάζεται η επιστροφή και ο εμπλουτισμός με νέο δυναμικό από τα μεγάλα αστικά κέντρα και αυτό μπορεί να γίνει μόνον με οργανωμένο σχέδιο και σε συνεργασία με άλλες περιβαλλοντικές και πολιτιστικές οργανώσεις που ενδιαφέρονται να έχουν ένα σημείο αναφοράς στην ύπαιθρο.


 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟΜΕΑΣ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ

 • ανάγκες συμπληρωματικότητας στο σύστημα υγείας • Οικονομία της κοινωνικής Φροντίδας (μέριμνας) • Υπηρεσίες πρόληψης και μετανοσοκομ...